Η πορεία των The Skelters αποτελεί μια από τις πιο συνεπείς και αυθεντικές διαδρομές στο ελληνικό αγγλόφωνο rock. Ως δημοσιογράφος που παρακολουθεί τη σκηνή εδώ και χρόνια, επιδιώκω μέσα από την παρακάτω συνέντευξη—δομημένη αποκλειστικά με ερωτήσεις—να φωτίσω την εξέλιξη, τη φιλοσοφία και το νέο κεφάλαιο της μπάντας με αφορμή το άλμπουμ Con Man’s Chronicles.
1. Πώς ξεκίνησε η ιδέα συγκρότησης του συγκροτήματός σας, των The Skelters, στα τέλη των ’90s, και τι σας κινητοποίησε τότε μουσικά;
Angel: Η ιδέα για το συγκρότημα ήταν ουσιαστικά δική μου. Το 1995, οι Beatles κυκλοφόρησαν τα «Anthology», ένα αναδρομικό project με τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ και τρεις τόμους διπλών άλμπουμ και έγινε ένα μεγάλο «μπαμ» – τόσο έντονο, που όλοι μιλούσαν για αυτούς ξανά. Τότε ξεκίνησα κι εγώ να τους ακούω και στη συνέχεια έγινα φανατικός Beatles fan. Μάλιστα, ήδη από το 1994 παρακολουθούσα μαθήματα κλασικής κιθάρας και τα θεωρητικά μαθήματα του Ωδείου: θεωρία, σολφέζ, ιστορία της μουσικής. Με όλον αυτόν τον ενθουσιασμό, έπεισα τον αδερφό μου, τον Dani, να μάθει drums και έτσι το συγκρότημά μας πήρε σάρκα και οστά (και έκτοτε ο Dani είναι ο ντράμερ της μπάντας). Τον Δεκέμβριο του 1996, όταν οι γονείς μας του πήραν το πρώτο drum set, ξεκινήσαμε τις πρώτες μας πρόβες: εγώ στην ηλεκτρική κιθάρα και φωνή, εκείνος στα drums. Και φυσικά η μεγαλύτερή μας έμπνευση ήταν πάντα οι Beatles.
2. Το όνομα του συγκροτήματος, εμπνευσμένο από το Helter Skelter των Beatles, φέρει ισχυρό συμβολισμό. Πώς αυτός συσχετίζεται μέχρι σήμερα με τη φιλοσοφία της μπάντας σας;
Angel: Από το 1996 μέχρι το 2001, το συγκρότημα ονομαζόταν Crickets – ένα όνομα που ήδη υπήρχε (Buddy Holly & The Crickets). Στις αρχές του 2001, ενώ ψάχναμε για νέο όνομα, ο Dani πρότεινε το The Skelters. Όταν μου το είπε, κατάλαβα αμέσως ότι ήταν η καλύτερη επιλογή. Πρώτον, γιατί προέρχεται από το ομώνυμο τραγούδι των Beatles, που θεωρείται από πολλούς ένα από τα πρώτα ή το πρώτο “heavy metal” τραγούδι στην ιστορία. Αυτό είχε να κάνει με το άγριο παίξιμο του Ringo στα drums, τις παραμορφωμένες κιθάρες και μπάσο, τις τσιρίδες του Paul McCartney! Δεύτερον, με αυτό το τραγούδι έδειχναν ότι μπορούσαν να γράψουν όποιο είδος μουσικής ήθελαν – και αυτή τη λογική ακολουθούμε κι εμείς όλα αυτά τα χρόνια στη σύνθεση των τραγουδιών μας. Μπορούμε να δημιουργήσουμε pop μπαλάντες, heavy rock, disco ή progressive rock τραγούδια. Η ποικιλομορφία αυτή νομίζω ότι είναι ξεκάθαρη σε όλα τα album που έχουμε κυκλοφορήσει.
3. Έχετε μοιραστεί σκηνές με καλλιτέχνες διεθνούς κύρους, όπως ZZ Top, Nazareth και Iron Butterfly. Ποια από αυτές τις συνεργασίες επηρέασε πιο ουσιαστικά την μπάντα;
Angel: Νομίζω ότι το opening που κάναμε στην Αθήνα το 2009 για τη συναυλία των ZZ Top ήταν από τις σημαντικότερες στιγμές της πορείας μας. Παίξαμε μπροστά σε 8.000–10.000 άτομα και η ανταπόκριση του κοινού ήταν απίστευτη: μία ανταπόκριση τόσο ενθουσιώδης, με χειροκροτήματα και ζητωκραυγές που δεν πίστευα ότι ακούω! Θυμάμαι τη στιγμή που βγαίναμε από τα παρασκήνια και βλέπαμε τον κόσμο να μας επευφημεί – μια στιγμή που χαράχτηκε βαθιά μέσα μας!
Σύμφωνα με τον κόσμο και τα ΜΜΕ, ήμασταν από τα καλύτερα και πιο ενδιαφέροντα opening που έχουν παρουσιαστεί σε συναυλία τέτοιου μεγέθους. Επιπλέον, ήταν η πρώτη φορά που χρησιμοποιήσαμε in-ear monitors – κάτι που από τότε σιγά-σιγά εγώ και ο Dani αρχίσαμε να χρησιμοποιούμε και συνεχίζουμε μέχρι σήμερα.
Ένα ακόμα θετικό στοιχείο ήταν τα κολακευτικά λόγια των Iron Butterfly το 2008, που ανοίξαμε τη συναυλία τους στο Principal στη Θεσσαλονίκη. Εκεί, λοιπόν, μας βρήκαν στα παρασκήνια και μας συνεχάρησαν για την εκπληκτική μας εμφάνιση, τονίζοντας τη θετική εικόνα που αποκόμισαν από τη σκηνική μας παρουσία και το παίξιμό μας. Να προσθέσω εδώ ότι παρόμοια σχόλια μάς έκαναν και οι Nazareth το 2017, που ανοίξαμε τη δική τους συναυλία, επίσης στη Θεσσαλονίκη.
4. Μια που αναφέρεσαι σε συναυλίες, είναι γεγονός ότι τα live σας χαρακτηρίζονται από έντονη ενέργεια. Πώς διατηρείτε αυτή τη ζωντάνια μετά από τόσα χρόνια συνεχούς παρουσίας;
Angel: Η ζωντάνια μας στις συναυλίες πηγάζει από την αγάπη μας για τη μουσική και από την άμεση επαφή με τον κόσμο: βλέπεις τον κόσμο να τραγουδάει μαζί σου, να χειροκροτεί και να γεμίζει τον χώρο ενέργεια, και αυτό σε ανεβάζει αμέσως! Είναι εκπληκτική αυτή η αλληλεπίδραση και εκεί ουσιαστικά έγκειται η μαγεία μίας ζωντανής εμφάνισης! Παράλληλα, για να διατηρούμαστε σε φόρμα και να αντέχουμε πάνω στη σκηνή, γυμναζόμαστε τακτικά, ώστε η φυσική μας κατάσταση να ανταποκρίνεται στην ένταση των live.
Και φυσικά, κρατάμε το παιχνίδι ζωντανό μεταξύ μας στη σκηνή – οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ μας, τα βλέμματα, οι αυτοσχεδιασμοί μάς δίνουν φρεσκάδα κάθε φορά, ακόμα κι αν έχουμε παίξει το ίδιο τραγούδι εκατοντάδες φορές. Αυτό κάνει κάθε εμφάνιση μοναδική!
5. Ποιες είναι οι βασικές μουσικές επιρροές που διαμόρφωσαν τον ήχο σας και ποιες από αυτές επανέρχονται πιο έντονα στο δημιουργικό σας έργο;
Angel: Η βασική επιρροή των The Skelters ήταν εξαρχής οι Beatles — τόσο ως μπάντα, όσο και ο καθένας ξεχωριστά μετά τη διάλυσή τους: ο Lennon, ο McCartney και ο Harrison. Από εκεί και πέρα, ως συγκρότημα, είχαμε πολλές ακόμα επιρροές από τη μουσική των ’60s, ’70s και ’80s, συγκροτήματα όπως οι U2, Queen, Aerosmith, Bon Jovi, Led Zeppelin, Deep Purple, Oasis, αλλά και καλλιτέχνες όπως ο Bruce Springsteen και ο Little Richard, επέδρασαν σημαντικά στο έργο μας.Για να γίνω πιο σαφής, με αφορμή μάλιστα το νέο μας album, εκεί φαίνονται οι διαφορετικές επιρροές του καθενός. Ο Κωστής Βογιατζόγλου, ο κιθαρίστας της μπάντας μας (μαζί μας από το 2016, μετά την αποχώρηση του Σταύρου, του προηγούμενου κιθαρίστα από το 2001–2016) έχει ως επιρροές καλλιτέχνες όπως οι Jeff Beck, The Who, Ritchie Blackmore και Pink Floyd. Ο Dani από την άλλη επηρεάστηκε από τους Led Zeppelin, Deep Purple, Black Sabbath, Rush, Dream Theater, Porcupine Tree, Yes, Genesis, Pink Floyd, King Crimson.Εγώ προσωπικά δέχτηκα επίδραση από τη disco των ’70s, τους Bee Gees, το rock ’n’ roll των ’50s όπως ο Elvis Presley – και φυσικά, ως bass player, από τον Paul McCartney.Εξάλλου, δεν υπάρχει παρθενογένεση στην τέχνη, οπότε είναι αναμενόμενο το έργο μας να απηχεί τις επιδράσεις που δεχτήκαμε ως ακροατές στην αρχή και ως μουσικοί αργότερα.
6. Ως αγγλόφωνη rock μπάντα στην Ελλάδα, ποιες προκλήσεις αντιμετωπίσατε και πώς αποκτήσατε σταθερή ταυτότητα και κοινό;
Angel: Επειδή είμαστε μουσικοί που ζούμε αποκλειστικά από τη μουσική, από την αρχή παίζαμε και covers – ουσιαστικά έτσι ξεκινήσαμε. Διαλέγαμε πάντα τραγούδια που μας άρεσαν και θεωρούσαμε κλασικά. Με τον καιρό αυτό έγινε και αναγκαίο, για να μπορούμε να κάνουμε περισσότερα live. Έτσι, προωθούσαμε μεν τα δικά μας κομμάτια, αλλά σε ένα live διάρκειας δυόμισι ωρών ακούγονταν τελικά μόνο 5–6 δικά μας τραγούδια – κάτι που πλέον σκεφτόμαστε να αλλάξουμε.Πολλές φορές μάς έγιναν προτάσεις από μάνατζερ να παίξουμε και ελληνικά τραγούδια, ώστε να ανοίξουμε τις πόρτες για περισσότερους χώρους, αλλά πάντα αρνιόμασταν – και πιστεύω ότι κάναμε πολύ καλά. Δεν είναι κάτι που μας εκφράζει ούτε κάτι που αγαπάμε ιδιαίτερα. Και οι τρεις μας ακούμε κυρίως ξένη μουσική· προσωπικά, θα έλεγα ότι το 96% όσων ακούω είναι με αγγλικό στίχο.Στην αρχή της πορείας μας δεν ήταν εύκολο να κλείνουμε live. Κάποιοι ιδιοκτήτες προτιμούσαν μπάντες που θα γέμιζαν το μαγαζί με φίλους τους ή που είχαν κάποια κοπέλα στο συγκρότημα ως τραγουδίστρια. Εμείς όμως προτιμούσαμε πάντα να βασιζόμαστε στη μουσική μας και στην ενέργεια που βγάζουμε πάνω στη σκηνή. Με τον καιρό, αυτό μάς δικαίωσε.Ο κόσμος έφευγε από τα live γεμάτος θετική ενέργεια και έτσι χτίστηκε η ταυτότητά μας: μέσα από τη δουλειά, τη συνέπεια και την πίστη σε αυτό που κάνουμε.
7. Από τα album σας «Explain To Me» μέχρι το «Revive», η εξέλιξη του ήχου σας είναι εμφανής. Ποια θεωρείτε ότι ήταν τα κομβικά σημεία αυτής της πορείας;
Angel: Αν το δεις συνολικά, η πορεία μας είχε αρκετά κομβικά σημεία, τόσο δημιουργικά όσο και ηχητικά. Στο πρώτο μας album, το «Explain To Me», αρκετά από τα κομμάτια τα είχαμε γράψει χρόνια πριν – για παράδειγμα, το Explain To Me το είχα γράψει το 1998 και το See How Much I Love You το ξεκίνησα το 1999. Ουσιαστικά, ήταν τραγούδια που περίμεναν την κατάλληλη στιγμή για να κυκλοφορήσουν. Τις περισσότερες συνθέσεις τις είχαμε κάνει οι τρεις μας τότε: εγώ, ο Dani και ο Σταύρος. Τα μόνα καινούργια τραγούδια για το album ήταν το My Life Has Changed και το Journey.Στο «Revive», σε όλα τα τραγούδια παίζει ο Θοδωρής Νικολάου (μπασίστας μας από τα τέλη του 2003 έως το 2023) καθώς έγραψε και τις περισσότερες μπασογραμμές, ενώ στο Explain To Me, σε κομμάτια όπως το Corruption και το She’s A Liar, το μπάσο το έχει ηχογραφήσει ο Σταύρος. Εκεί φάνηκε πιο καθαρά η μεταξύ μας χημεία, που διευκόλυνε την ομαδική δουλειά και τη συνεργασία μας.Τώρα, στο νέο album, ο ήχος μας έχει αλλάξει ξανά – φυσικά και λογικά, αφού έχουν αποχωρήσει ο Σταύρος και ο Θοδωρής. Αυτό που παραμένει ίδιο όμως, και πιστεύω είναι και η «υπογραφή» των The Skelters, είναι η φωνή μου, σε συνδυασμό με τις τριφωνίες και τα drums. Αυτά είναι τα στοιχεία που κρατούν τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα σε όλα τα album μας.
8. Το «Con Man’s Chronicles» παρουσιάζεται ως concept album. Ποια είναι η κεντρική ιδέα που το διατρέχει και πώς αποφασίσατε να κινηθείτε προς αυτή την κατεύθυνση;
Angel: Το «Con Man’s Chronicles» είναι ένα concept album που αφηγείται την ιστορία ενός ιδιοκτήτη μουσικών χώρων, ενός ανθρώπου που κινείται ανάμεσα στην επιτυχία και την αποτυχία, τα λάθη, τις φιλοδοξίες και τις προσωπικές εμμονές. Η ιδέα γεννήθηκε από τις εμπειρίες μας στα live της Θεσσαλονίκης – βλέπαμε πώς κάποιοι ιδιοκτήτες αντιμετώπιζαν τους μουσικούς και αποφασίσαμε να φτιάξουμε έναν χαρακτήρα βασισμένο σε αυτά.
Κάθε τραγούδι αντιστοιχεί σε μία στιγμή της ιστορίας του:
• Στο Legacy παρουσιάζονται οι πτυχές της προσωπικότητάς του.
• Στο Lonely Rider παίρνει τη μηχανή του για βόλτα.
• Στο Falling Thunder τρέχει μέσα στη νύχτα και τον βρίσκουν οι κεραυνοί.
• Στο Down To Earth επιστρέφει στην πραγματικότητα.
• Στο Time To Trap δοκιμάζει νέες λύσεις.
• Στο Begging For Reprise απομυθοποιεί τις «νέες λύσεις».
• Στο That’s Right νοιάζεται μόνο για το να γεμίσει το μαγαζί.
• Στο Pro Soul οι μουσικοί τού υπενθυμίζουν ότι αξίζουν σεβασμό.
• Στον επίλογο A Never Ending Story, παλεύει με τον εαυτό του, αλλά τελικά νικά η ναρκισσιστική του πλευρά.
Με αυτόν τον τρόπο, το album δεν είναι απλώς μία συλλογή κομματιών – είναι μία ολοκληρωμένη, «cinematic» αφήγηση, που ζωντανεύει τον χαρακτήρα και τις περιπέτειες του ήρωα μέσα από τον ήχο των The Skelters. Για αυτό εξάλλου είναι σημαντικό κάποιος να ακούσει ολόκληρο το CD.
9. Με ποιον τρόπο το νέο άλμπουμ συνδυάζει την κλασική rock αισθητική με σύγχρονες παραγωγικές προσεγγίσεις;
Angel: Στο νέο album δουλέψαμε, ώστε να κρατήσουμε ζωντανή την κλασική rock αισθητική που μας χαρακτηρίζει – δηλαδή την ενέργεια της μπάντας, τις κιθάρες, τα drums και τις τριφωνίες που είναι η «υπογραφή» μας – ενώ ταυτόχρονα αξιοποιήσαμε σύγχρονες παραγωγικές τεχνικές για καθαρότητα, ισορροπία και δυναμική στον ήχο.
Παράλληλα, αποφύγαμε εντελώς το κούρδισμα στις βασικές φωνές – κάτι που χρησιμοποιείται σχεδόν σε όλες τις παραγωγές σήμερα. Εμείς θέλαμε οι φωνές να παραμείνουν φυσικές, ανθρώπινες και ζωντανές, όπως τις ακούει ο κόσμος σε ένα live.
Όλο το album το μίξαρε ο Κωστής, που έχει πλούσια εμπειρία και τεχνογνωσία στον τομέα της ηχογράφησης και της μίξης, και μαζί δημιουργήσαμε έναν ήχο σύγχρονο και προσεγμένο, χωρίς να χάνεται η αίσθηση του live. Layering, εφέ και άλλες τεχνικές χρησιμοποιήθηκαν μόνο για να υπηρετήσουν τη μουσική, όχι για να αλλοιώσουν τον χαρακτήρα των The Skelters.
10. Πώς συνεργάζεστε δημιουργικά ως ομάδα, δεδομένου ότι τα δύο ιδρυτικά μέλη είναι αδέλφια και υπάρχει μακρά κοινή μουσική πορεία;
Angel: Η δημιουργική συνεργασία μας βασίζεται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη και στη χημεία που έχουμε χτίσει όλα αυτά τα χρόνια. Εγώ και ο Dani παίζουμε μαζί από τον Δεκέμβριο του 1996, και αυτό μάς έχει δώσει μοναδική αίσθηση συνεννόησης και φυσικής χημείας. Το γεγονός ότι είμαστε αδέλφια βοηθάει επίσης πολύ, γιατί γνωριζόμαστε σε βάθος.
Παράλληλα, ο Κωστής φέρνει μια διαφορετική οπτική και ενέργεια, που ολοκληρώνει την ομάδα.
Στο στούντιο, η διαδικασία είναι πολύ ομαδική: ξεκινάμε με κάποιες ιδέες και κάθε μέλος προσθέτει τα δικά του στοιχεία – από riffs και ρυθμούς μέχρι φωνητικές γραμμές. Οι συνθέσεις συχνά γεννιούνται στην πρόβα, με έναν φυσικό διάλογο μεταξύ μας.
11. Ποιος είναι ο ρόλος του κάθε μέλους στη διαδικασία σύνθεσης και ηχογράφησης;
Angel: Όπως προανέφερα, η μουσική μας δημιουργία είναι προϊόν ομαδικής δουλειάς – έτσι, λοιπόν, και στο νέο album, τα κομμάτια είναι καρπός της μεταξύ μας συνεργασίας.
Ο Κωστής ερχόταν στο home studio μας και αρχίζαμε να παίζουμε πάνω σε κάποιες ιδέες ή συνθέσεις που είχα στο μπάσο· από εκεί ξεκινούσε ο καθένας να προσθέτει τις δικές του ιδέες, μέχρι να ολοκληρωθεί το κάθε τραγούδι.
Εγώ στο μπάσο και τη φωνή, ο Κωστής στην ηλεκτρική κιθάρα και τη φωνή, ο Dani στα drums και στα φωνητικά.
Οι συνθέσεις ουσιαστικά δημιουργούνταν τη στιγμή της πρόβας.
Το πρώτο κομμάτι που γράψαμε ήταν το Falling Thunder. Ακολούθησαν τα Lonely Rider, That’s Right, Pro Soul, Time To Trap και Awesome – όλα αυτά μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου του 2023.
Το καλοκαίρι του 2024, ενώ κάναμε live, χαλαρώναμε στη Χαλκιδική και γράφαμε τους στίχους. Αυτά ήταν τα Down To Earth, Begging For Reprice, Legacy και A Never Ending Story.
Ήδη από το 2020, δουλεύαμε και άλλα κομμάτια, αλλά με την αποχώρηση του Θοδωρή Νικολάου, αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε κάτι εντελώς νέο – κάτι που να μπορεί να παιχτεί από τους τρεις μας live.
Γι’ αυτό και στον δίσκο δεν έγιναν overdubs, με ελάχιστες εξαιρέσεις.
12. Κοιτάζοντας πίσω, ποια στιγμή της διαδρομής των The Skelters θεωρείτε καθοριστική για την εξέλιξή σας;
Angel: Αν κοιτάξω πίσω, υπάρχουν πολλές καθοριστικές στιγμές, αλλά η πιο σημαντική ήταν το opening για τους ZZ Top στην Αθήνα. Από εκείνη τη στιγμή καταλάβαμε πόσο μακριά μπορούσαμε να φτάσουμε και πόση δύναμη έχει η μουσική μας πάνω στο κοινό.
Καθοριστική ήταν επίσης η κυκλοφορία των albums μας και των video clips, ειδικά του πρώτου δίσκου.
13. Ως συγκρότημα με ξεκάθαρη αγγλόφωνη ταυτότητα, θεωρείτε ότι η διεθνής πορεία είναι πλέον πιο εφικτή από ποτέ;
Angel: Ναι, πιστεύω πως ήταν πάντα εφικτό, αλλά ειδικά τώρα, έτσι όπως είμαστε, είναι ίσως η καταλληλότερη στιγμή για να κάνουμε αυτό το βήμα!
14. Πώς αντιλαμβάνεστε σήμερα την ελληνική rock σκηνή και ποια είναι η θέση σας μέσα σε αυτή;
Angel: Για μένα, δεν υπάρχει πραγματικά κάτι που να ονομάζεται «ελληνική rock σκηνή» – και ειλικρινά, δεν ξέρω τι ακριβώς σημαίνει αυτή η φράση.
Από το 2001 μάς έλεγαν: «πού πάτε με αγγλικό στίχο και rock;». Το 2007: «είσαι rock, οπότε δεν κάνεις». Μετά το 2010: «δεν είσαι stoner, οπότε όχι».
Οι δικαιολογίες άλλαζαν πάντα, αλλά η ουσία ήταν αλλού: στη μουσική και στη δουλειά πίσω από αυτήν.
Στη Θεσσαλονίκη δεν υπήρξαμε ποτέ μέρος κάποιας «παρέας». Δεν μπήκαμε σε κύκλους.
Η θέση μας, λοιπόν, είναι ότι αποτελούμε κάτι διαφορετικό για τα ελληνικά δεδομένα. Ένα παράδειγμα: οι τριφωνίες – κάτι που δεν συναντάς συχνά και είναι από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία του ήχου μας.
15. Ποιο είναι το μήνυμα που θα θέλατε να μεταφέρει το «Con Man’s Chronicles» στο κοινό σας;
Angel: Το μήνυμα του «Con Man’s Chronicles» αφορά την επιμονή, την προσωπική ευθύνη και την αναμέτρηση με τα λάθη και τις προκλήσεις της ζωής.
Η ιστορία του «con man» δείχνει την αδυναμία κάποιων ανθρώπων να αλλάξουν τον χαρακτήρα τους, όταν αυτός είναι σε μη αναστρέψιμο στάδιο.
Παράλληλα, θέλουμε το κοινό να νιώσει αυτή τη κινηματογραφική αφήγηση: μια ιστορία γεμάτη δράση, συναισθήματα και μουσική ενέργεια.
16. Κλείνοντας, ποια είναι τα επόμενα βήματα των The Skelters, τόσο δισκογραφικά όσο και σε επίπεδο live εμφανίσεων;
Angel: Προς το παρόν, εστιάζουμε στην προώθηση του νέου δίσκου και στην επικοινωνία με το κοινό μας μέσα από τα media.
Σε επίπεδο live εμφανίσεων, βρισκόμαστε σε συζητήσεις με διάφορους χώρους και εξετάζουμε την επέκταση της παρουσίας μας στο εξωτερικό, καθώς η μπάντα βρίσκεται πλέον σε πολύ ώριμη φάση και έτοιμη για μεγάλα βήματα.
Η μουσική διαδρομή των The Skelters συνδυάζει συνέπεια, στιβαρότητα και αδιαπραγμάτευτη αγάπη για το rock. Οι ερωτήσεις αυτές αποσκοπούν να αναδείξουν τη διαχρονικότητα αλλά και τη σύγχρονη δυναμική του συγκροτήματος, τη στιγμή που ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο με το Con Man’s Chronicles. Τις απαντήσεις όλες τις εδωσε ο Angel από τους The Skelters